Αλγκάρ
από Έφη Brenthis
Όλο και πιο σπάνια πλέον, θυμάμαι το Αλγκάρ, ένα σύμπλεγμα ποταμών και χειμάρρων στη νότια ρίζα των Τεσσάρων Βουνών, πίσω στην πατρίδα μου. Ο ποταμός Ράι, εκεί διακλαδίζεται σε δεκάδες μικρούς παραποτάμους, λόγω του άγριου αναγλύφου και των ανελέητων Ανέμων του Θηρίου, που μαίνονται στις νότιες ερήμους του Ραγουάρ. Το νερό σχηματίζει λεπτές κορδέλες, συστρέφεται ακατάπαυστα, αυξομειώνει την ορμή του, καθρεφτίζει τα εφτά φεγγάρια μια νύχτα κάθε πέντε χρόνια, βυθίζεται στο χώμα, αναδύεται ξανά, φιλοξενεί λευκά μεταναστευτικά χρυσόψαρα κάθε φθινόπωρο, και ποτίζει μια σπάνια ποικιλία κόκκινων κρίνων που οι θρύλοι λένε ότι φύονται μόνο στις γεμάτες κάκτους όχθες του. Στην πρώτη μου και τελευταία απογείωση από τον πλανήτη μου, ήμουν ακόμη μόλις εκατόν είκοσι ενός χρόνων. Κι όμως. Το ροϊκό ψηφιδωτό με το κόκκινο διάστικτο περίγραμμα, που αντίκρισα προσπερνώντας τα Τέσσερα Βουνά, υπήρξε. Έκτοτε ταξίδεψα και ακόμα ταξιδεύω.
Τις μοναχικές νύχτες, όταν κάποια ξαφνική βροχή μετεωριτών κρύβει τους αστερισμούς, ακόμα και εκείνους που μοιάζουν με τον Τοξότη, κάθομαι οκλαδόν στο κουβούκλιό μου και γεμίζω μια σύριγγα με Ραδόνιο. Κάτω από το φως του λαμπτήρα νετρονίων, δεν είμαι σίγουρη αν αυτό που κοιτάζω κάτω από το διάφανο δέρμα είναι οι φλέβες μου ή το Αλγκάρ.
* σημείωση: άλλες ιστορίες, από την ίδια συγγραφέα, επιπλέουν, αιωρούνται ή έρπονται και εδώ ______________________