Στη Σκοπιά
Μιλούσαμε για αξιοπερίεργα γεγονότα και εμπειρίες, όταν κάποιος γνωστός μου από το σχολείο, πλέον πτυχιούχος της νομικής, πήρε το λόγο.
«Φίλοι, άκουσα με ενδιαφέρον τις αφηγήσεις σας. Έγινε πολύ συζήτηση για παράξενα περιστατικά, όμως ως τώρα δεν νομίζω ότι άκουσα πουθενά τη λέξη ‘φόβος’. Η δική μου αφήγηση όμως αφορά ακριβώς αυτό το στοιχείο.
Ήταν πριν από τρία χρόνια, όταν ακόμα «εξέτια την ποινή μου», με άλλα λόγια υπηρετούσα τη χώρα μας στον στρατό. Το στρατόπεδο ήταν ψηλά, στα βόρια σύνορα, σε ένα μέρος όπου χιόνιζε ακόμα και σε πολύ χαμηλότερο υψόμετρο συχνότατα. Εκείνο το βράδυ ήμουν εντεταλμένος να φυλάξω σκοπιά, και φυσικά παρά τον εξαιρετικά βαρύ ρουχισμό μου ένοιωθα το κρύο να εισχωρεί με όλη του σχεδόν τη δύναμη, ιδίως στο κάθε απότομο φύσημα του ανέμου. Ωστόσο δεν πτοούμουν, είχα κατά νου πως σε λίγες μέρες θα έπαιρνα μια ευνοϊκότατη μετάθεση, και οπωσδήποτε πως αυτή ήταν η τελευταία φορά που φυλούσα στη σκοπιά σε αυτό το κρύο του θανάτου.
Επιπρόσθετα η ώρα είχε περάσει, σε λιγότερο από ένα τέταρτο θα έφτανε ο αντικαταστάτης μου, και, όπως ήταν φυσικό, ήδη ονειρευόμουν τη ζεστασιά κάτω από τις κουβέρτες στον κοιτώνα, που παρά τη φτωχική του θέρμανση θα έμοιαζε σίγουρα με καμίνι σε σύγκριση με την κατάσταση εκεί όπου ήμουν.
Και καθώς δεν είχα τίποτα άλλο να κάνω, παρατηρούσα σταθερά μπροστά μου, το χώρο από όπου θα ανέβαιναν σε ένα δρομάκι που δε φαινόταν καθόλου από το χιόνι, οι άλλοι στρατιώτες. Όταν, μάλιστα, είδα εκεί μια σκιά η χαρά μου έγινε αμέσως πολύ μεγάλη, παρόλο που είχε εμφανιστεί νωρίτερα απ ό,τι περίμενα.
Έτσι χαμογελούσα κοιτώντας, ώσπου όμως είδα ότι αυτό που ερχόταν προς το μέρος μου, πατώντας στα δυό του πόδια, ήταν όχι ένας άνθρωπος αλλά ένα μεγάλο μαύρο σκυλί!
Φυσικά το θέαμα με έκανε να τρομάξω. Τρόμαξα για δύο λόγους εξάλλου, ο ένας ήταν πως φοβήθηκα ότι βλέπω κάποια παραίσθηση, κάτι που ως τότε δε θυμόμουν να μου είχε ξανασυμβεί και που όμως αν όντως είχε τώρα γίνει σίγουρα δε θα προμήνυε κάτι καλό για το μέλλον μου. Ο δεύτερος ήταν πως συνέβαινε κάτι ακόμα πιο ανήκουστο.
Δεν πιστεύω σε μεταφυσικά πράγματα. Είμαι γερά δεμένος στη λογική, ωστόσο πρέπει να σας ομολογήσω πως όσο έβλεπα εκείνο το σκυλί να με πλησιάζει στα δυό του πόδια, αργά-αργά, με τα χέρια απλωμένα μπροστά και λυγισμένα στις άκρες τους, αισθανόμουν ότι ίσως να με είχε πάρει ο ύπνος στην σκοπιά, παρόλο που δε θυμόμουν καθόλου κάτι τέτοιο, ίσως μάλιστα να είχα ξαφνικά γκρεμιστεί, κτυπημένος από το κρύο, και τώρα να κινδύνευα αληθινά να παγώσω αν δε με έβρισκαν εγκαίρως!
Ωστόσο, παρόλο που σκέφτηκα να πυροβολήσω το σκυλί, εκτίμησα ότι αυτό θα ήταν ίσως ακόμα πιο παράλογο και από το θέαμα που παρουσίαζε. Θα ήταν ίσως σχεδόν το ίδιο λογικό με αυτό να πυροβολήσω αντί για εκείνο, το πόδι μου, αν όντως πίστευα ότι βρισκόμουν σε ένα όνειρο. Αλλά αν δεν ονειρευόμουν τότε φυσικά ένας πυροβολισμός θα σήμαινε συναγερμό στο στρατόπεδο, και αυτό ήθελα να το αποφύγω.
Στο κάτω-κάτω, σκέφτηκα, ήταν μονάχα ένα σκυλί, παρά το ανθρώπινο βάδισμα του. Οπότε συνέχισα να το παρατηρώ- όλες εκείνες οι ανάκατες σκέψεις που σας περιέγραψα έλαβαν χώρα μέσα σε μια στιγμή- και όταν τελικά σταμάτησε μπροστά μου, παραμένοντας όμως όρθιο, ένοιωσα αληθινή ηρεμία! Δε διήρκεσε όμως, διότι το σκυλί ακολούθως άρχισε να γυρίζει γύρω από τον εαυτό του, κάνοντας το θέαμα ακόμα πιο αφύσικο!
«Τι σημαίνει αυτό;» αναρωτιόμουν. Αν δεν ήταν όνειρο τότε μάλλον δε κινδύνευα, τουλάχιστον όχι σωματικά. Αλλά αν ήταν μια παραίσθηση τότε γιατί είχε εμφανιστεί; Και βάλθηκα να κοιτάζω το σκυλί, προσπαθώντας να διακρίνω αν έφερε κανένα παράξενο σημάδι, τραύμα, ή άλλου είδους σημείο πάνω του, κάτι που θα μπορούσε να το κατατάξει πιο εύλογα στην τάξη των φαντασιώσεων. Αλλά και όλες αυτές οι σκέψεις μου διακόπηκαν απότομα, όταν ξαφνικά το σκυλί άνοιξε το στόμα του.
Περίμενα, αληθινά, ότι τώρα θα μιλούσε! Γι αυτό και έκλεισα τα μάτια μου, διότι εκτιμούσα ότι δε θα μπορούσα να υποφέρω μια τέτοια εξέλιξη, αν και βέβαια μου είχα επισημάνει ότι αυτή μου η κίνηση καθόλου βέβαιο δεν ήταν ότι θα την αποσοβούσε.
Και όταν, τελικά, ακούστηκε η φωνή, δεν άντεξα άλλο και ένα δάκρυ κύλησε από τα μάτια μου. Είχα λοιπόν τρελαθεί. Έπρεπε να το αποδεχτώ. Η φωνή συνεχιζόταν, αλλά δε διέκρινα το νόημά της, δεν το είχα καν παρατηρήσει ούτε στην αρχή διότι το κατέπνιξα συνειδητά.
Τελικά όμως αναγκάστηκα να βγω από την κατάσταση της υποτονικής μου αντίδρασης, διότι κάτι με άγγιξε! Και άνοιξα τα μάτια μου έντρομος, έτοιμος αυτή τη φορά να τρέξω μακριά, ή στην ανάγκη να συντρίψω το κρανίο του σκυλιού με το τουφέκι μου. Αλλά όταν τα άνοιξα είδα μπροστά μου έναν άλλο στρατιώτη, εκείνον που είχε έρθει για να με αντικαταστήσει στη σκοπιά.
Και, έπειτα από μια σύντομη συζήτηση μαζί του, έγινε φανερό πως εκείνος μου μιλούσε όλη αυτή την ώρα. Μάλιστα αναφερόταν στο σκυλί, που ήταν λοιπόν πραγματικό, και τώρα μου ανέφερε ότι το είχε εκπαιδεύσει κάποιος άλλος στρατιώτης που πριν τη θητεία του δούλευε σε ένα μικρό τσίρκο.
Δε σας κρύβω όμως ότι εγώ, αφού ηρέμησα, και βρέθηκα πίσω στον κοιτώνα, σκέφτηκα κάτι άλλο. Πως όλο αυτό το θέαμα, παρά την τελείως φυσιολογική του εξήγηση, είχε ξυπνήσει μέσα μου άλλα ερωτήματα, ερωτήματα για τον εαυτό μου, ερωτήματα που ως τώρα ποτέ δε με εγκατέλειψαν και που δεν πρόκειται ούτε να με αφήσουν ποτέ»..
* σημείωση: η εικόνα ανοίγματος του παρόντος άρθρου είναι δημιουργία της loudicrouslouisa. ________________________________