Διαβάζω O Φαροφυλακας από τα Fantasy Archives της Fantasy Gate! Bookmark and Share


από Ευφροσύνη Τσακίρη

Ο Φαροφύλακας

Έκλεισε τα μάτια, αποκαμωμένη, σαν ξενυχτισμένη από χίλιες άγρυπνες νύχτες, που ταξίδευε χαρούμενη στις θάλασσες των ζωντανεμένων ονείρων της. Στο βαθυκόκκινο πέπλο κάτω από τα βλέφαρά της εκείνος τη χαιρέτησε, ύστερα, αργά, γύρισε το πρόσωπό του αλλού, αγναντεύοντας ήρεμα τα άγρια κύματα της θάλασσας και τα βράχια της στεριάς. Καθόταν σε μια άνετη, βαθιά πολυθρόνα, μέσα σε ένα ολοστρόγγυλο δωμάτιο, μπροστά από ένα τζάκι, που η φλόγα της φωτιάς του κρατούσε και εκείνον ζωντανό μα και προστάτευε μια πανάρχαια ισορροπία. Ήταν ο Φαροφύλακας...

Στου κόσμου την άκρη, εκεί όπου η στεριά συναντούσε τη θάλασσα, στο τέλος μιας μισοβυθισμένης από τα κύματα λωρίδας στεριάς, υψωνόταν ένας φάρος πανύψηλος, στρογγυλός, έρημος, αγέρωχος, δυνατός, πανάρχαιος. Η βάση του πέτρινου κορμιού του ήταν σμιλευμένη από τα κύματα του ωκεανού, που τον συναντούσαν πότε ήρεμα, πότε θυμωμένα. Τα πόδια του είχαν πια γίνει ένα με τα βράχια, σαν να είχε βγάλει ο φάρος ρίζες μέσα στη γη εκείνου του απώτατου συνόρου μεταξύ στεριάς και θάλασσας. Είχε, φαίνεται, βρει τον τόπο που έψαχνε στο κατώφλι ανάμεσα στα δύο βασίλεια και είχε θελήσει να παραμείνει εκεί για πάντα. Σκοτεινός από τα φύκια, που σκαρφάλωναν και αγκάλιαζαν τα πόδια του, ανάγλυφος από τα κοχύλια, που έχτιζαν πλέον τις ζωές τους στο βάθρο του, σοβαρός, αμίλητος, αλμυρός, στεκόταν σαν ένας φύλακας στο ενδιάμεσο...

Μια στενή λωρίδα στεριάς, σχηματισμένη από επίπεδα βράχια, που κάποτε συμμάχησαν με τα κύματα για να δημιουργηθεί εκείνο το μαγικό πέρασμα, ήταν ο δρόμος προς τον φάρο. Με την παλίρροια τα κύματα ανέβαιναν και κάλυπταν το πέρασμα. Ο δρόμος τότε εξαφανιζόταν, σα να βυθιζόταν μέσα στη θάλασσα ψάχνοντας να αγγίξει, να νιώσει το βυθό της. Άλλοτε, τα κύματα υποχωρούσαν και το πέρασμα αποκαλύπτονταν καθαρό, στέρεο, σίγουρο, κοιτώντας τα αστέρια στον ουρανό. Το πέρασμα είχε τη δική του βούληση, που υπάκουε σε μια ρυθμική κίνηση εξαφάνισης και αποκάλυψης, που είχε τη δική της σοφία, άφθαρτη από των ανθρώπων τις εικασίες και τους υπολογισμούς. Εκείνο το πέρασμα ήταν φτιαγμένο για να υποδεχτεί τα βήματα τολμηρών ανθρώπων. Οι πέτρες του είχαν αποτυπώσει για αιώνες αμέτρητους τις προσπάθειες εκείνων, που αναζήτησαν το φάρο και θέλησαν να φτάσουν στο βάθρο του.

Κάποια βήματα ήταν βαριά και υπερβολικά αργά και συνετά. Η μεγάλη απόσταση, αδύνατο να υπολογιστεί, νικούσε εκείνους τους ανθρώπους που δίσταζαν να προχωρήσουν και τους έστρεφε ξανά προς τα πίσω, ηττημένους, χωρίς να έχουν αντικρίσει την άκρη του περάσματος και του φάρου. Στο δρόμο του γυρισμού, ξεχνούσαν το ταξίδι τους, το ίχνος του περάσματος έσβηνε από το νου τους και η θάλασσα, ανώνυμη και άγνωστη ακόμη, κάλυπτε το παρελθόν τους. Άλλα βήματα φαινόντουσαν ελαφρά, ανεπαίσθητα και γρήγορα. Χανόντουσαν στις άκρες των βράχων, σαν η θάλασσα να είχε μαγέψει εκείνους τους ανθρώπους και να τους είχε τραβήξει στο βυθό της. Η λαχτάρα τους να φτάσουν το φάρο, να αγγίξουν, να προσκυνήσουν τα πόδια του, να ανακαλύψουν τη μυστική του πορτούλα, που θα τους οδηγούσε στην κορυφή του, ήταν επιφανειακή. Η προσοχή τους παράδερνε ανάμεσα στα χιλιάδες κύματα, που έκλεβαν τα αποτυπώματά τους, κάνοντας τα βήματά που παρέμεναν στα βράχια να μοιάζουν σαν το περπάτημα ενός μεθυσμένου. Δεν ήταν εύκολο το πέρασμα. Τα δειλά, κουρασμένα βήματα των ανθρώπων που ήταν ανήμποροι να πιστέψουν ότι ο φάρος βρισκόταν στο τέλος του δρόμου τους, χάνονταν και εκείνα στη λήθη...

Μα εκείνοι οι λίγοι που προσπάθησαν και επέμεναν, έφτασαν τελικά στο φάρο. Λίγοι από τους λίγους, ελάχιστοι, ήταν εκείνοι, που τον αναζήτησαν, πιστεύοντας σε ένα αλλόκοτο παραμύθι, που ο απόηχός του από τα παιδικά τους χρόνια τους τυραννούσε τόσο, που δε μπόρεσαν ποτέ να εγκαταλείψουν το όνειρό τους να τον ανακαλύψουν. Εκείνοι οι ελάχιστοι, ίσως ένας, ή δύο κάθε εκατό χρόνια, έφταναν στο βάθρο του φάρου. Στον ήχο των δακρυσμένων από τη συγκίνηση ικεσιών τους η μικρή πορτούλα του άνοιγε και τους οδηγούσε στο εσωτερικό του. Οι πέτρινες σκάλες, που ανέβαιναν σπειροειδώς μέσα στο κορμί του φάρου έμοιαζαν σαν να είχαν μόλις τότε σχηματιστεί για να τους μεταφέρουν στην κορυφή του και έλαμπαν με ένα μυστηριακό, μαρμάρινο φως. Οι ελάχιστοι ανέβαιναν...

Στην κορυφή του πύργου, ένα στρογγυλό δωμάτιο, ένας χώρος ζεστός, φιλόξενος, φωτεινός από τη φλόγα του τζακιού στο κέντρο του τους υποδεχόταν. Το δάπεδό του, στρωμένο με παχιά χαλιά αγκάλιαζε τα κουρασμένα τους πόδια. Τα παλιά, ξύλινα έπιπλα τους προσκαλούσαν να ξεκουραστούν πάνω τους, ξαπλώνοντας στα μαλακά μαξιλάρια τους. Η φωτιά στο τζάκι θα ζέσταινε πλέον τα βράδια τους, αλλά θα συνέχιζε και να προστατεύει τα πλοία, που ανέμελα ταξίδευαν στον ωκεανό, που φαίνονταν στον ορίζοντα, μέσα από το μεγάλο παράθυρο του φάρου. Εκείνοι, που έφταναν στο φάρο κατοικούσαν στο μαγικό του δωμάτιο, γινόντουσαν οι φαροφύλακες...

Ο φαροφύλακας είναι ένας ερημίτης, που ζει στο κατώφλι δύο κόσμων, της πραγματικότητας και της φαντασίας, της στέρεας λογικής και του συναισθηματικού παλμού, του ρεαλισμού και του μυστηρίου, του νου και της καρδιάς. Ο φαροφύλακας είναι ο Κύριος των δυνάμεων των δύο κόσμων, ο εξισορροπιστής τους. Η φλόγα της φωτιάς του τζακιού θα υπάρχει για πάντα αναμμένη, όσο ζει ο φαροφύλακας, όσο θα υπάρχει πάντα ένας γενναίος άνθρωπος, να διαδεχτεί τον προηγούμενο στο έργο του, να γίνει ο νέος επόπτης. Η αρμονία του ορίου των δύο κόσμων δεν πρέπει να διαταραχθεί, το φως του φάρου δεν πρέπει να σβήσει...

Τα πλοία, ψυχές που ταξιδεύουν στις θάλασσες των συναισθημάτων ανέμελα, υπάρχουν λόγω της φλόγας του φάρου. Προσεγγίζοντας με ταχύτητα τη στεριά της λογικής είναι εύκολο να συγκρουστούν απότομα στα βράχια της και να βυθιστούν. Το φως οδηγεί τα πλοία απαλά και σίγουρα προς τα λιμάνια, τους προορισμούς τους. Με αυτό τον τρόπο, θάλασσα και στεριά, συναίσθημα και λογική συναντιούνται και συνεργάζονται αρμονικά από τότε που υπάρχει ο κόσμος.

Το πέρασμα από τη στεριά στο βάθρο του φάρου είναι μια πορεία γήινη ακόμη, στερεωμένη στους νόμους της λογικής. Σιγανά εισχωρεί στον υδάτινο κόσμο, εύθραυστη, ασαφής, διφορούμενη, αμφίβολη, νεογέννητη. Στο τέλος της πορείας, ψηλός παρατηρητής, άρχοντας στο βασίλειο του ουρανού, επόπτης στεριάς και θάλασσας, ο φάρος ελέγχει το όριο μεταξύ τους, περιέχοντας και ενώνοντας τα.

Θέλει τόλμη, πίστη, δύναμη, υπομονή για να βαδίσει κάποιος τα βήματα που θα τον οδηγήσουν στο φάρο, για να γίνει ο φαροφύλακας των πλοίων - επιθυμιών του, ή ακόμη και ο φαροφύλακας άλλων ψυχών. Μα αφού φτάσει εκεί πια, κάθεται ειρηνεμένος, ήρεμος, έχοντας αγγίξει τον προορισμό του...

Χαιρέτησε το Φαροφύλακα μέχρι την επόμενη συνάντησή τους. Ύστερα άνοιξε τα μάτια.


* σημείωση: η εικόνα ανοίγματος του παρόντος άρθρου είναι δημιουργία του m_a_t_h_e_s.

________________________________



    τα έχεις διαβάσει;

Βιβλία Fantasy

Διαβάσαμε & Κρίνουμε
Fantasy Archive

Μουσική Φαντασίας

Ακούσαμε & Προτείνουμε
Fantasy Archive

Visual Art - Ζωγραφική

Είδαμε & Παρουσιάζουμε
Fantasy Archive

Comics - Graphic Novels

Εικόνες & Κείμενα Φαντασίας
Fantasy Archive

Ταινίες & Σειρές Φαντασίας

Εντυπώσεις και Συναισθήματα
Fantasy Archive

Video Games

Η F Γωνιά των Gamers
Fantasy Archive