Διαβάζω Ενας ανθρωπος χωρις εαυτο από τα Fantasy Archives της Fantasy Gate! Bookmark and Share


από Χρήστο Καλότυχο (lifo)

Ένας άνθρωπος χωρίς εαυτό

Ποτέ δε μου άρεσαν οι καθρέφτες. Τους κοίταζα και φοβόμουν. Τι; Τι άραγε; Τον ίδιο μου τον εαυτό. Πεταγόμουν μες το βράδυ τις τελευταίες οκτώ μέρες. Πήγαινα να πιω λίγο νερό. Περνούσα από τον καθρέφτη με κλειστά μάτια. Ξύπνησα μια ακόμη περίεργη μέρα. Σήκωσα το τηλέφωνο. Τηλεφώνησα στον ψυχολόγο. Δε μου είχε ξαναχρειαστεί ή καλύτερα δεν είχα ξαναπάει. Μια γλυκιά φωνή σήκωσε το τηλέφωνο. Φυσικά ήταν η γραμματέας του.
- «Γεια σας» είπε.
- «Καλημέρα σας» τις είπα βαριεστημένα. «Παπαγεωργίου ονομάζομαι. Ένα ραντεβού θα ήθελα.»
- «Θα θέλατε ραντεβού… Μμμ, περιμένετε… Είστε πολύ τυχερός! Μεθαύριο στις επτά σας βολεύει;»
- «Φυσικά!»
Αλλά όχι ρε γαμώτο! Εδώ και ώρα ήμουν στη δουλεία. Κι είχα αργήσει. Και χειρότερα, έπαιρνα τηλέφωνο από τη δουλειά! Έρχεται το αφεντικό. Το παλιοκαθήκι πάλι θα αρχίσει…
- «Τι έγινε; Πώς κοιμηθήκαμε; Και αργήσαμε στη δουλειά και παίρνουμε τηλεφωνάκια τώρα ε; Ωραίος είσαι ρε.»
- «Ε, να ξέρετε κοιμήθηκα αργά και είχα ανήσυχο ύπνο. Και γι’ αυτό άργησα.»
- «Τι!; Κάνω πως δεν το άκουσα. Συνέχισε και θα τα πούμε! Μεθαύριο θα καλέσω για προαγωγές και απολύσεις.»
Όλα σχεδόν παν’ στραβά! Δεν μπορώ να κοιμηθώ και το αφεντικό σκέφτεται να με βάλει πρώτο στη λίστα απολύσεων.

*****************

Τώρα ψυχολόγος. Ναι πάντα νόμιζα πως είναι για τους τρελούς. Και; Σαν πού πήγα; Τι έβγαλα; Βγαίνοντας με τον ψυχολόγο να σου λέει πως μόνο άγχος έχεις. Το μόνο άγχος ήταν η δουλειά. Δε με άγχωσε το αφεντικό καθόλου. Πάντα τον έγραφα. Και ήταν οι τελευταίες σκέψεις της μέρας. Μόνο που δε θα ήταν τελευταίες όπως φαινόταν. Έτσι νόμιζα τουλάχιστον. Πριν πεταχτώ από το κρεβάτι έβλεπα πάντα ένα μαύρο σύννεφο. Πολλές φωνές το συνόδευαν ουρλιαχτά. Και όλα αυτά πάντα τα συνέδεα με τον καθρέφτη. «Βλακείες» σκέφτηκα και σηκώθηκα. Έκανα σχεδόν τα ίδια με αυτά των τελευταίων οκτώ ημερών. Μόνο μια μικρή αλλαγή υπήρξε. Αυτήν τη φορά, αφού πήγα και ήπια, νερό κοίταξα τον καθρέφτη. Κοιτούσα με επιμονή μέχρι κάτι να εμφανιστεί. Και να σου μπροστά μου απότομα η μαύρη σκιά. Το σύννεφο! Αλλά δεν ήμουν ξαπλωμένος, ούτε μισοκοιμισμένος! Ένιωθα πως έπεφτα…


****************


Μια περίεργη δασική περιοχή ξεδιπλώνονταν μπροστά μου. Δεν έχω ξαναδεί τέτοιο δάσος. Ξαφνικά, χωρίς να καταλάβω πως, ένιωσα έναν αέρα πίσω μου. Από απλά αντανακλαστικά έπεσα κάτω. Μόλις γύρισα είδα να έχει περάσει ένα περίεργο πτηνό γύρω στα 2:50 μέτρα. Αναρωτώμενος πού ήμουν προχώρησα. Δεν είχα άλλη επιλογή. Μόνο να μάθω τι ήταν εκεί. Μόλις πέρασα το δάσος είδα μια βουνοκορφή. Δεν μπόρεσα να προχωρήσω αμέσως. Κατάλαβα πως πίσω μου ήταν η περίεργη παρουσία που είχα συνδέσει με τον καθρέφτη. Αποφάσισα να την κοιτάξω. Και ναι, ήταν το ίδιο σύννεφο. Καθάριζε, καθάριζε, μέχρι που μια μαυροφορεμένη μορφή με κοίταζε.
- «Ε!» της είπα. «Τι θες και με κυνηγάς συνέχεια;»
Δεν υπήρξε απάντηση. Σκέφτηκα πως δεν ήξερε τη γλώσσα που μιλούσα. Πάνω στα νεύρα μου την έβρισα. Και στράφηκα πάλι προς την κορφή. Ένας δυνατός άνεμος με παρέσυρε χωρίς να με αφήσει να πάω προς τα πάνω. Και μίλησε…
- «Μην πας.»
Τoν ρώτησα το λόγο.
- «Φοβάσαι τον εαυτό σου.»
- «Ρε, όνειρο είναι. Τώρα κατάλαβα.»
- «Εσείς οι άνθρωποι είστε ηλίθιοι.»
Πήγα να τον χτυπήσω αλλά πάλι ήταν άγνωστος ο λόγος που με κράτησε.
- «Μην πας εκεί, γιατί εκεί βρίσκεται ο σκοτεινός εαυτός σου. Και τον φοβάσαι…» επανέλαβε.
- «Δε θα ακούσω κάποιον μασκαρά σαν εσένα. Θα συνεχίσω!»
Φοβόμουν. Αλλά δεν ήθελα να το παραδεχτώ.
- «Προχώρα λοιπόν. Να δω τι θα καταλάβεις. Θα νιώσω πότε με χρειάζεσαι.»


******************

Πηγαίνοντας στο λόφο έβλεπα δεξιά κι αριστερά μου σκηνές από τη ζωή μου. Πως μάλωνα με τον αδερφό μου, πως αγκάλιαζα τη μάνα μου. Όμως… όχι! Δεν το πιστεύω. Η καρδιά μου χτυπάει δυνατά. Νιώθω να μην μπορώ να καταπιώ. Τα συνηθισμένα συναισθήματα. Δεν ένιωθα καν πως θα ερχόταν το τέλος. Το μόνο που έβλεπα είναι γύρω στις δεκαπέντε περίεργες μορφές –σαν αυτή που μίλησα προηγουμένως– να έρχονται. Έμεινα από το φόβο εκεί. Δεν μπορώ να περιγράψω την υπερένταση. Το μόνο που μπόρεσα να σκεφτώ ήταν η προηγούμενη μορφή που είχα συναντήσει. Και την άκουσα ξανά…
- «Είσαι εσύ. Αυτά είναι δικά σου. Δείξε τη δύναμή σου σε αυτά όπως θες.»
Ούρλιαξα. Δεν έχω ξαναουρλιάξει έτσι. Από το φόβο. Μόνο που με αυτήν την κραυγή μετέτρεψα το φόβο σε ανωτερότητα απέναντι σ’ αυτές τις οντότητες. Μίλησα στη φωνή που άκουγα.
- «Πόσους τέτοιους έχω επιτέλους.»
- «Όσους εσύ δημιουργείς. Κατάλαβέ το! Μας δίνεις τη ζωή και μετά τη δύναμη! Με το φόβο δημιουργούμαστε και μετά κυριαρχούμε στα μυαλά των ανθρώπων. Τρώμε τις σκέψεις τους. Και θα το καταλάβεις σε λίγο πως μπορείς να μας φέρεις έξω από τον κόσμο του μυαλού σου.»
Δεν ήξερα τι να απαντήσω. Ήθελα μόνο να φύγω.


******************


Και, μπουμ! Βρέθηκα ξαπλωμένος στο πάτωμα. Τόσο απότομα… Ήξερα πως ήταν πολύ πιθανό να ξαναεμφανιστεί κάτι τέτοιο. Ναι, όσο απίστευτο και να φαίνεται! Νιώθω το ίδιο. Και χωρίς δεύτερη κουβέντα σηκώθηκα. Είχε σκοτάδι. Όλα τα φώτα ήταν σβηστά. Μόνο ένα κερί είχα αναμμένο. Πάλι ένιωθα μια υπερένταση που δεν περιγράφεται. Περπάτησα προς την πόρτα. Ο φόβος του σκοταδιού. Θυμήθηκα τον τίτλο του τραγουδιού των Iron Maiden. Ήμουν έτοιμος να βγω όταν ένα χέρι με ακούμπησε στον ώμο. Τραβήχτηκα, άνοιξα την πόρτα και άρχισα να τρέχω. Δεν μπορούσα να πατήσω το κουμπί και να περιμένω το ασανσέρ. Έτρεξα στα σκαλιά. Βγήκα έξω. Οι δρόμοι έρημοι. Ίσα-ίσα αυτό πρόλαβα να δω. Έτρεχα… Έτρεχα και στο τέλος κατέρρευσα.


********************


Άνοιξα τα μάτια μου. Είδα μια μικρή φωτιά. Σηκώθηκα λίγο για να ξεπιαστώ. Τόσην ώρα κοιμόμουν στο τσιμέντο. Μια φωνή –όχι και τόσο γέρικη αλλά σίγουρα ταλαιπωρημένη– μου είπε:
- «Ξύπνησες βλέπω. Κουβαλούσες και αυτό το τετράδιο μαζί σου. Δεν το άνοιξα, μη φοβάσαι.»
Το τετράδιο που έγραφα τις σκέψεις μου. Ναι, το είχα πάρει μαζί μου. Συνέχισα με ερωτήσεις χωρίς να αναφέρω κάτι για το τετράδιο.
- «Ποιος είσαι; Γιατί είμαι εδώ;»
- «Καλά ρε, τίποτα δεν κατάλαβες;»
- «Όχι. Γιατί έγινε κανένας σεισμός;»
- «Όσο περίεργο και αν σου φανεί, εδώ και μια μέρα κατέρρευσαν μεγάλες δυνάμεις. Θρησκείες… Και είχαμε και ομαδικές αυτοκτονίες. Και εσύ δεν πήρες τίποτα χαμπάρι;»
- «Όχι δεν κατάλαβα. Ο λόγος και καλά; Πώς έγινε;»
- «Εμφανίστηκαν στα καλά του καθουμένου παρουσίες. Μαυροφορεμένες και ξέρεις… πολύ περίεργες. Αν κοιτάξεις καλά θα δεις κάποια από τα σπίτια ρημαγμένα. Ήρθαν λέει να κυριεύσουν αυτόν τον κόσμο.»
Άρχισα να τρελαίνομαι. Αυτά τα όντα που ήρθαν σε μένα το ίδιο βράδυ θα κυρίευαν τον κόσμο! Μετά μου ήρθε στο μυαλό πως την ώρα που έτρεχα, είδα κάποια σπίτια ρημαγμένα. Υπερβολικά όλα αυτά σκέφτηκα! Αλλά δεν ξέρουμε ακόμα τι είναι η λογική! Πού φτάνει και πού τελειώνει. Κατάλαβα πως εγώ, ο περίεργος αλλά –κατά τ' άλλα­– καθημερινός άνθρωπος ήμουν ο αγωγός ανάμεσα σε αυτά τα όντα και τον κόσμο με τις πέντε αισθήσεις. Και για όλα έφταιγα εγώ. «Και θα το καταλάβεις σε λίγο πως μπορείς να μας φέρεις έξω από τον κόσμο του μυαλού σου.» Θυμήθηκα τη σκιά. Αυτό εννοούσε. Έβαλα τα κλάματα. Είμαι εδώ ζωντανός και κυριευμένος από τον ίδιο μου τον εαυτό. Από τον άγνωστο αυτόν παράγοντα που μαζί του ζεις χωρίς να τον ξέρεις. Ζωντανός και… γράφω. Γράφω για τα περίεργα. Μόνο που συνέβησαν ενώ δεν κοιμόμουν. Φτάνοντας εδώ, ένα ξέρω. Πως το σκοτάδι είμαστε εμείς. Και το φως. Για να διώξουμε επιτέλους αυτήν την κατάσταση από εδώ θα πρέπει να καταλάβουμε τα όντα που εμείς φτιάχνουμε. Αφού εμείς είμαστε!
Είμαι λοιπόν εδώ, ζωντανός μετά απ’ αυτό, γράφοντας. Χωρίς να ξέρω τι θα επακολουθήσει… Ένας άνθρωπος χωρίς εαυτό…


* σημείωση: η εικόνα ανοίγματος του παρόντος άρθρου είναι δημιουργία της ValentinaKallias.

________________________________



    τα έχεις διαβάσει;

Βιβλία Fantasy

Διαβάσαμε & Κρίνουμε
Fantasy Archive

Μουσική Φαντασίας

Ακούσαμε & Προτείνουμε
Fantasy Archive

Visual Art - Ζωγραφική

Είδαμε & Παρουσιάζουμε
Fantasy Archive

Comics - Graphic Novels

Εικόνες & Κείμενα Φαντασίας
Fantasy Archive

Ταινίες & Σειρές Φαντασίας

Εντυπώσεις και Συναισθήματα
Fantasy Archive

Video Games

Η F Γωνιά των Gamers
Fantasy Archive