από Γρηγόρη Δημητρογιάννη
Ξέρετε τι υπάρχει κάτω από τα πόδια σας; Κάτω από το χώμα που πατάμε; Όχι; Ε λοιπόν είναι καλύτερα έτσι. Μερικές φορές η άγνοια συμφέρει. Όμως αν είναι έτσι τότε εγώ γιατί τα γράφω όλα αυτά; Δεν ξέρω. Ειλικρινά. Ίσως γιατί θέλω να χωνέψω αυτά που έγιναν τις δυο τελευταίες ώρες. Αυτά που είδα όμως και άκουσα δεν πρέπει να τα πω. Δεν γίνεται. Δεν μπορώ. Δεν ξέρω ακόμα πόσο θα κρατήσει ο αναπτήρας αλλά δεν υπάρχει περίπτωση να γυρίσω πίσω. Όχι όσο είναι εκείνοι κάπου εκεί έξω. Ποτέ. Μέχρι εδώ ακούγονται. Ποιο γήινο ον θα μπορούσε να βγάλει τέτοιους ήχους; Ποιο πλάσμα θα μπορούσε να έχει τέτοια απόκοσμη όψη; Μόνο ένα πράγμα μου ήρθε στο μυαλό όταν πρώτο αντίκρισα έναν από αυτούς. Ότι ο
αείμνηστος Lovecraft ίσως να μην ήταν τόσο τρελός όσο έλεγαν κάποιοι! Τι ειρωνεία όμως! Και να φανταστεί κανείς ότι φούσκωσα από καμάρι όταν το έμαθα. Ότι το σπίτι μου θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως χώρος ανασκαφών και ότι θα είχε αρχαιολογική αξία! Λίγες ώρες πριν, καθώς έκατσα στη βιβλιοθήκη μου να μελετήσω, ένας ήχος σαν αλλοιωμένο ξύσιμο πιρουνιού σε πιάτο σε συνδυασμό με παράσιτα ο οποίος όμως άλλαζε συχνότητες και τόνους, ακούστηκε να έρχεται από το βάθος της γης και συγκεκριμένα κάτω από τη βιβλιοθήκη.
Όπως ήταν φυσικό δεν μπορούσα να συγκεκριμενοποιήσω την πηγή του ανατριχιαστικού αυτού θορύβου. Πραγματικά όμως σου έκοβε το αίμα. Και αυτό οφειλόταν στη δυσκολία του να αναγνωρίσεις από που προερχόταν. Ναι. Κι όμως μέσα του εσώκλειε κάτι σατανικό, κάτι απροσδιόριστα δαιμονικό, και απαίσια προφητικό. Οι σκέψεις που μου πέρασαν από το μυαλό στο άκουσμα αυτού του ανίερου, άρρυθμου εμβατηρίου, θα τρέλαιναν και τον πιο λογικό, και θα λογίκευαν και τον πιο παράφρονα άνθρωπο. Κι όμως εγώ εκείνη την καταραμένη στιγμή το άκουγα. Τι ήμουν άραγε τρελός η λογικός; Μάλλον το πρώτο αφού δεν το έβαλα στα πόδια την ίδια κιόλας στιγμή. Το ηχητικό εκείνο ντελίριο συνέχιζε το απόκοσμο αλλά μη προσδιορίσιμο σόλο του αλλά αυτή τη φορά πιο δυνατό, πιο καθαρό. Αυτό έδειχνε ότι οτιδήποτε παρήγαγε αυτόν τον καταραμένο παιάνα όλο και πλησίαζε. Στο μυαλό μου ήρθαν εικόνες και σκηνές από εφιάλτες που δεν είχα βιώσει ποτέ μου. Από βιβλικές καταστροφές που έφερναν στο τέλος τους, τους πιο ένδοξους κόσμους. Κάπως έτσι φαντάστηκα ότι προμηνύεται ο θάνατος. Το άγνωστο αίτιο της καταστροφής και του μαρασμού της ανθρώπινης αλλά και άλλης ύπαρξης. Βρήκα τον εαυτό μου ιδρωμένο και κρύο, σφίγγοντας την πλάτη της πολυθρόνας μου όπου πριν λίγο καθόμουν. Πότε είχα σηκωθεί; Τώρα πλέον κοίταζα το μάρμαρο του πατώματος τόσο επίμονα σαν να περίμενα από στιγμή σε στιγμή να αναδυθεί από το κρύο τσιμέντο ο υπαίτιος του θορύβου. Με τρόμο συνειδητοποίησα όμως ότι η δαιμόνια μελωδία είχε αλλάξει ύφος. Τώρα πια ακουγόταν από παντού από το πάτωμα το ταβάνι τους τοίχους τα βιβλία τα δωμάτια ακόμα και από τον αέρα. Με διαπερνούσε .Σαν να βρισκόταν μέσα μου. Σαν ;;; …Από την ατμόσφαιρα. Ήταν παντού. Ό,τι και να ήταν, ήταν πλέον παντού. Μα καλά οι γείτονες δεν είχαν ακούσει τίποτα; Τίποτα. Λογικό. Τρομακτικά απλό και λογικό. Μα αφού δεν έχω γείτονες. Ζω στην άκρη του δάσους. Αυτό ήταν. Είχα αρχίσει να χάνω τα λογικά μου. Και τότε την ώρα του σεισμού μου ήρθαν στο μυαλό, τα λόγια του καθηγητή αρχαιολογίας Ουίσμπεργκ:
-Αγαπητέ η κατοικία σας ίσως αποδειχτεί φλέβα πλούσιων αρχαιολογικών ευρημάτων.
Τότε ήταν που ρωγμές άρχισαν να σχηματίζονται στους τοίχους παντού γύρω μου. Τότε ήταν που γύρισα να τρέξω (ένας Θεός ξέρει πως τα κατάφερα) και αντίκρισα, νομίζω δηλαδή, εκείνο το εφιαλτικό ον. Όταν το πόδι μου στριμώχτηκε στη ρωγμή του πατώματος και όταν συντρίμμια από το ταβάνι έπεφταν βροχή. Δεν προσπάθησα να βγάλω το πόδι μου αλλά να ξαναδώ τον εισβολέα που φευγαλέα το μάτι μου είχε πιάσει πριν. Το κεφάλι μου πονούσε από τη σατανική εκείνη ψαλμωδία που είχε ρυθμική συνοδεία τη σταδιακή κατεδάφιση του σπιτιού μου. Ήμουν έτοιμος να λιποθυμήσω από τον πόνο στην καρδιά και από την ψυχοσωματική υπερένταση στην οποία τόσο βίαια είχα υποβληθεί όταν μια εδαφική έκρηξη σάρωσε τα θεμέλια, διέλυσε τα πλακάκια και μια απύθμενη τρύπα με κατάπιε υπαρξιακά και κακόβουλα. Λίγο πριν σβήσουν τα πάντα είδα μια σκιά μέσα από την σκόνη και τα συντρίμμια να με κοιτάζει…να με κοιτάζει…
Όταν ξύπνησα ο ήχος εκείνος είχε σταματήσει. Άλλα εγώ πού βρισκόμουν; Έψαξα γύρω μου τυφλά με τα χέρια και έπιασα χώμα. Βρισκόμουν στη γη κάτω από το σπίτι μου. Προσπάθησα να δω το άνοιγμα της τρυπάς και ήταν πολύ ψηλά. Πως θα έβγαινα; Το ελάχιστο φως που επέτρεπε να μπει δε χρησίμευε καθόλου. Καθώς έκανα πίσω έπιασα κάτι σκληρό παγωμένο και με τρύπες. Σαν τρελός έψαξα στο παλτό μου να βρω αναπτήρα, τον άναψα και το φως του έπεσε πάνω σε οστά και κρανία. Τότε όμως που ανατρίχιασα ήταν όταν κατάλαβα ότι τα κόκαλα αυτά δεν ανήκαν σε κανένα γήινο ον. Από όσα ήξερα τουλάχιστον. Η δομή τους ήταν τέτοια που δεν θα μπορούσε κάποτε να είχαν την εικόνα ενός ζώου που κάποτε συνάντησε ο άνθρωπος. Δεν μπορεί, αποκλείεται. Αν βλέπατε και εσείς τα κέρατα στις νεκροκεφαλές θα συμφωνούσατε μαζί μου. Ναι. Πιστέψτε με… Ο ήχος είχε σταματήσει αλλά την θέση του είχε πάρει ένα βαθύ βουητό συνεχόμενο και μια ελαφριά δόνηση. Για κάποιο ανεξήγητο λόγο μου φάνηκε σαν όντως να προμήνυαν κάτι. Ήμουν σίγουρος. Είμαι πλέον σίγουρος. Δυστυχώς ο αναπτήρας τελειώνει. Και μετά; Τι θα κάνω; Το ξέρω πως δεν πρέπει να ελπίζω σε βοήθεια. Δεν τολμώ ούτε να σκεφτώ να ανέβω πάνω ειδικά που τώρα άρχισαν να μιλάνε. Θεέ μου! Ειδικά τώρα που άκουσα τις φωνές τους. Ναι είναι πολλοί. Έχουν γεμίσει το σπίτι. Και το χειρότερο; Άκουσα και μια ανθρώπινη φωνή. Όχι φοβισμένη, τρομαγμένη ή παρακλητική. Κάθε άλλο! Σιγανή ψιθυριστή…συνωμοτική! Τι είναι αυτό; Μια πέτρα έπεσε από τη βιβλιοθήκη. Κοίταξα προσεκτικά και είδα μερικές ανθρωπόμορφες σκιές να πετάνε πέτρες στην τρύπα. Έκανα στην άκρη για να μην με χτυπήσουν. Τρύπωσα σε ένα βαθούλωμα του τοιχώματος. Οι πέτρες όμως και τα πλακάκια συνέχιζαν να έρχονται βροχή. Τελειώνει και το χαρτί. Μα…δε θέλουν να με σκοτώσουν! Θέλουν να με θάψουν ζωντανό! Θεέ και κύριε. Δεν ξέρω αν πλέον τα γράμματα μου διαβάζονται. Γιατί τρέμω υπερβολικά. Δεν μπαίνω όμως στον κόπο να το σταματήσω. Γιατί ξέρω πως η ώρα πλησιάζει. Σε τι θα ωφελήσει; Ελπίζω μόνο αυτό το χαρτί κάποτε να βρεθεί γιατί μόνο αυτό θα είναι μαρτυράς των όσων είδα. Η μάλλον των όσων άκουσα…και ένιωσα…. Κάτι νιώθω δίπλα μου. Τα έχω χάσει τελείως. Ιδέα μου ή όχι; Δεν τολμώ να κοιτάξω. Έχω παραλύσει από το φόβο και την απελπισία. Γράφω τελείως μηχανικά. Είναι δίπλα μου, νιώθω την αύρα του, ακούω την ανάσα του. Ένα ξέρω μονό, ότι ο εφιάλτης ξύπνησε και ήρθε να στοιχειώσει τα όνειρα μας. Τα όνειρα σας μάλλον… Δεν αντέχω, θα κοιτάξω……………………..
* σημείωση: η εικόνα ανοίγματος του παρόντος άρθρου είναι δημιουργία του namtaru.
_______________________________